Translator blunder: sexual predator →
σεξουαλικό αρπακτικό,
αρπακτικό του σεξΗ ισπανική αστυνομία ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι συνέλαβε έναν Βρετανό εκπαιδευτικό, ένα «επικίνδυνο σεξουαλικό αρπακτικό», όπως τον χαρακτήρισε, που κακοποίησε 36 μικρά παιδιά στη Μαδρίτη και έχει ήδη καταδικαστεί στη Βρετανία
https://www.in.gr/2021/04/23/world/ispania-syllipsi-vretanou-ekpaideytikou-pou-katigoreitai-oti-kakopoiise-36-paidia/Αυτό το «σεξουαλικό αρπακτικό» μου φέρνει στον νου κάτι σαν σέξι γεράκι ένα πράμα. Μήπως να δοκιμάζαμε κάτι άλλο; Π.χ. (αν δεν μας κάνουν ως έχουν, μπορούμε να προσθέσουμε κάπου στον όρο και το «κατ' επανάληψη» ή «κατά συρροή»).
δράστη σεξουαλικών αδικημάτωνδράστη σεξουαλικών εγκλημάτωνδράστη
εγκλημάτων σεξουαλικής κακοποίησηςδράστη
εγκλημάτων σεξουαλικής βίαςδράστη
εγκλημάτων σεξουαλικής φύσηςδράστη
προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειαςδράστη
αδικημάτων προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειαςδράστη
εγκλημάτων προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειαςΆντε να το πούμε και
αρπακτικό του σεξ (ο
κυνηγός του σεξ δεν αποπνέει παραβατικότητα) όπως λέμε
πεταλούδα του σεξ,
πεταλουδίτσα του σεξ,
πεταλούδα της νύχτας,
πεταλουδίτσα της νύχτας (ως ευφημισμό για σεξεργάτρια).
A sexual predator is a person seen as obtaining or trying to obtain sexual contact with another person in a metaphorically "predatory" or abusive manner. Analogous to how a predator hunts down its prey, so the sexual predator is thought to "hunt" for his or her sex partners. People who commit sex crimes, such as rape or child sexual abuse, are commonly referred to as sexual predators, particularly in tabloid media or as a power phrase by politicians.
A sexual predator is a person seen as obtaining or trying to obtain sexual contact with another person in a metaphorically "predatory" or abusive manner. Analogous to how a predator hunts down its prey, so the sexual predator is thought to "hunt" for his or her sex partners. People who commit sex crimes, such as rape or child sexual abuse, are commonly referred to as sexual predators, particularly in tabloid media or as a power phrase by politicians.
Sexual predator - WikipediaΟι γερμανικές εκδοχές έχουν το «täter» που σημαίνει παραβάτης/δράστης κ.τ.ό.:
Sextäter
Sexualstraftäter
auf Sexualkontakte LauernderΤο
Lauernder είναι κάτι σαν το αγγλικό
lurker, δηλαδή αυτός που καραδοκεί, που στήνει καρτέρι.
sex offender → δράστης σεξουαλικών αδικημάτων, σεξουαλικός παραβάτης, δράστης σεξουαλικών εγκλημάτων, αυτός που διαπράττει σεξουαλικό έγκλημα, αυτός που παρενοχλεί σεξουαλικά, παιδεραστής, επιδειξίας, ματάκιας, βιαστής, ο παρενοχλών σεξουαλικά