knock the stuff out of → κατανικώ, καταβάλλω, παραλύω, σπάω το ηθικό, κόβω τον αέρα, καταπονώ, κουράζω, σμπαραλιάζω, πλακώνω, σπάω τα μούτρα, δίνω σε κάποιον να καταλάβει, τσακίζω, πλακώνω στις φάπες, ρίχνω ξύλο, πλακώνω στο ξύλο, κοπανάω, τις ρίχνω, σπάω στο ξύλο, αλλάζω τα φώτα, αλλάζω τα πετρέλαια, αλλάζω τα λάδια, στέλνω αδιάβαστο, αλλάζω τον αδόξαστο, στραπατσάρω, ταπεινώνω

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854569
    • Gender:Male
  • point d’amour
knock the stuffing out of someone → πλακώνω, σπάω τα μούτρα, δίνω σε κάποιον να καταλάβει, τσακίζω, πλακώνω στις φάπες, ρίχνω ξύλο, πλακώνω στο ξύλο, κοπανάω, τις ρίχνω, σπάω στο ξύλο, αλλάζω τα φώτα, αλλάζω τα πετρέλαια, αλλάζω τα λάδια, στέλνω αδιάβαστο, αλλάζω τον αδόξαστο
« Last Edit: 23 Dec, 2014, 14:56:36 by spiros »


 

Search Tools