spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 857339
    • Gender:Male
  • point d’amour
button-down → συγκρατημένος, επιφυλακτικός, κλειστός τύπος, κλειστός, συντηρητούκλα, συντηρητικός, μαζεμένος, δεν ανοίγεται εύκολα, λιγόλογος, ολιγόλογος, λιγομίλητος, κουμπωμένος, σοβαρός
buttoned-down
buttoned-up

button-down - Wiktionary
Look up Multiple Greek, Ancient Greek and Latin dictionaries — Οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον· ἄνουν γὰρ καὶ ὀλιγόφρον, διὰ τοῦτο καὶ πολύφωνον (Plutarch)


 

Search Tools