Επιχειρώντας να μην αλλάξω την αρχική ροή του 'νήματος', θα έλεγα ότι το πρόβλημα ανάγεται στο κλασικό πρόβλημα "consumer/producer".
Σε προσωπικό επίπεδο :
όταν παράγουμε (ποιοτικά/ποσοτικά) περισσότερα από όσα καταναλώνουμε, θεωρούμε ότι μας εκμεταλλεύονται
όταν παράγουμε (ποιοτικά/ποσοτικά) αντίστοιχα με όσα καταναλώνουμε, θεωρούμε ότι αποτύχαμε
όταν παράγουμε (ποιοτικά/ποσοτικά) λιγότερα από όσα καταναλώνουμε, θεωρούμε ότι χρωστάμε
Το θέμα είναι ότι ο "χρόνος" στην δυτική κοινωνία βιώνεται ως καταναλώσιμο/παραγόμενο είδος.
Όταν λέμε: "μου περισσεύει χρόνος", ή "δεν μου φτάνει ο χρόνος", στην πραγματικότητα δεν δίνουμε στον ευατό μας την δυνατότητα να γευτεί την εμπειρία της αποτυχίας.
Η εμπέδωση της άποψης ότι υπάρχει καλή/ποιοτική/παραγωγική κατανάλωση του χρόνου, σε αντιδιαστολή με την κακή/αντιπαραγωγική κατανάλωση του χρόνου, και ειδικά η αποθέωση του λεγόμενου ελεύθερου χρόνου, δεν προσφέρουν παρά μόνο ένα άλλοθι στην αυτοκατανάλωση του εαυτού μας.
Μου κάνει κατάπληξη η παγερή έλλειψη αναφοράς στον "έρωτα" από τον κ. Βρόντο.
Κατά την άποψη μου, μόνο η εισαγωγή του "έρωτα" σε κάθε μας δραστηριότητα μπορεί να προσφέρει διέξοδο από τον φαύλο κύκλο consumer/producer.
Μόνο ο παραδομένος στον "έρωτα" τολμά να τον εκμεταλεύονται, τολμά να αποτυγχάνει και τολμά να χρωστάει, ταυτόχρονα, ξεπερνώντας τα σχήματα και φέρνοντας στη μνήμη του όσα δεν έχει ξαναδεί/βιώσει, σπάζοντας το χρονικό βρόχο.
Δυστυχώς, κατά την εκτίμηση μου, στην ανέραστη κοινωνία μας, το παρελθόν μας γίνεται ο δυνάστης του παρόντος μας και ο δεσμοφύλακας του μέλλοντος μας.