Translation - Μετάφραση

Translation Assistance => Greek monolingual forum => Γλωσσικά Σημειώματα => Topic started by: spiros on 08 Oct, 2017, 10:02:44

Title: Ποιος είναι ο «λεβέντης»
Post by: spiros on 08 Oct, 2017, 10:02:44
Ποιος είναι ο «λεβέντης»

Κατά την πρώτη περίοδο της οθωμανικής παρουσίας στα μικρασιατικά παράλια οι Έλληνες που αναγκαστικά υπηρετούσαν στα τουρκικά πλοία ονομάστηκαν από τους Βενετούς λεβαντίνοι (levantini) και από τους Τούρκους λεβέντ-ι-Ρουμ (Έλληνες λεβέντες).

Ρουμ (κατά τους Άραβες και Τούρκους) ο Ρωμιός με ετυμολογία <τουρκ. Rum.

Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα η λέξη σήμαινε τον τυφεκιοφόρο Οθωμανό ναύτη και ήταν συνώνυμη με τον βίαιο, τον ριψοκίνδυνο αλλά και τον σκληρό πολεμιστή. Παρά την κακή φήμη που είχε δημιουργηθεί για τους «λεβέντες» αυτούς, ο όρος απαντά τον 18ο αιώνα στα ελληνικά κείμενα με τη σημασία του ναύτη, όπως προκύπτει κυρίως από υδραίικα έγγραφα.

Η γενναιότητα, η τόλμη και ευψυχία που χαρακτήριζε τους Έλληνες λεβέντες έδωσε στη λέξη τις πλουσιότατες αποχρώσεις με τις οποίες χρησιμοποιείται στη νεοελληνική γλώσσα.

Έτσι ο Έλληνας λεβέντης είναι:

• άνδρας με λεπτό και δεμένο σώμα, υπερήφανο παράστημα και ωραία εξωτερική εμφάνιση
• άνδρας που τον χαρακτηρίζουν η γενναιότητα, η τιμιότητα, η ευθύτητα, το φιλότιμο
• άνδρας που συμπεριφέρεται με γενναιοδωρία στους άλλους ή που διακρίνεται, που ξεχωρίζει για την κοινωνικότητά του
• ως προσφώνηση συνήθως από μεγαλύτερο σε ηλικία προς νεώτερο

Ετυμολ. μεσν < τουρκ. levand < ιταλ. leventi «σώμα ναυτών πυροβολητών, πειρατές από την ανατολή» < levante «ανατολή». Η λέξη επειδή έχει ιδιαίτερο σημασιολογικό περιεχόμενο είναι σχεδόν αδύνατη η απόδοσή της σε ξένες γλώσσες.

Το Ελληνο-Αγγλικό λεξικό CRICHTON αναφέρει:
• αρρενωπός, ανδροπρεπής: a manly (virile, magnanimous) person
• ευσταλής: a nimble (brisk, smart, in fine fettle) person
• ανδρείος: a brave (fearless, valiant) person

Τα Ελληνο-Γαλλικά Λεξικά KAUFFMANN και του Άγγελου ΒΛΑΧΟΥ αναφέρουν:
• (καθημ.) gaillard, homme brave, bel homme
• jeune homme svelte (élancé, bien decouplé), beau garçon, bel homme, beau gaillard

Δ.Π.

Ορόγραμμα 145
http://www.eleto.gr/download/Orogramma/Or145_V03.pdf
ELETO - ΕΛΕΤΟ (http://www.eleto.gr/gr/orogramma.htm)

λεβέντης → fine man, fine fellow, upstanding man, dashing man, brave man, valiant man, upstanding, straight, dashing, intrepid, fearless (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=5492.0)