Γ. Θ. Βαφόπουλος, Εν ονόματι της ποιήσεως
[Ενότητα Σάτιρες]
Όταν τις νύχτες, σε ώρες πολύ προχωρημένες,
ανοίγεις δειλά το παράθυρο, που είχε αντιστεί
στον πέτρινο καταιγισμό της περασμένης μέρας,
για ν’ αδειάσεις τις σωρευμένες συλλογές των στίχων,
με τ’ άκοπα φύλλα και τις σεμνές τους αφιερώσεις,
ξέρεις καλά πως είναι τούτο πράξη υποκρισίας.
Να χλευάζεις την ποίηση, εν ονόματι της ποιήσεως,
είναι, επιτέλους, κάποιο μέσον άμυνας ή προστασίας.
Να τινάζεις όμως, καθώς ένα ξεσκονόπανο,
στο κατώφλι της νύχτας, τα όνειρα των ποιητών,
είναι σα να φυτεύεις το σπαθί που σου έχουν δώσει
δίχως έλεος βαθιά στην ασταμάτητη καρδιά της ποίησης.
Αν ν’ αδειάσεις μπορέσεις τα δικά σου ράφια,
του σακακιού σου τις τσέπες, την ίδια την καρδιά σου,
κι αν άξιος γίνεις να σταθείς έτσι γυμνός
στο μεσονύχτιο άνοιγμα του παραθύρου σου,
ίσως θ’ ακούσεις, μέσ’ από το πάφλασμα της νύχτας,
τους πτοημένους ψίθυρους απ’ τα όνειρα των ποιητών,
που είχες τινάξει, εν ονόματι δήθεν της ποιήσεως.
Από τη συλλογή Επιθανάτια και σάτιρες (1966)
Πηγή: Γ. Θ. Βαφόπουλος, Άπαντα τα ποιητικά (Θεσσαλονίκη, εκδ. παρατηρητής, 1990)
Αυτό ένα από τα ωραιότερα ποιήματα που έχει γράψει ο Γιώργος Βαφόπουλος περί της ποιητικής τέχνης. Και άξιζε τον κόπο να δημοσιευτεί στην ανθολογία μας τώρα, μια βδομάδα πριν από τη φετινή παγκόσμια μέρα της ποίησης (21 Μαρτίου). Θα πρέπει να επισημάνω ότι το ποίημα αυτό συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο Ποίηση για την ποίηση (εκδόσεις Καστανιώτη, 2006), όπου ο Αντώνης Φωστιέρης και ο Θανάσης Θ. Νιάρχος ανθολόγησαν περίπου 150 ποιήματα με θέμα την ποίηση.