Είναι φανερό ότι ο Χρήστος Δημάκης ζει την
ευτοπία της ουτοπίας και καλά κάνει. Χαίρομαι πολύ που τον βλέπω να συνεχίζει την ενημέρωση αυτής της μεγάλης βάσης δεδομένων. Το έργο του κοσμεί το διαδίκτυο και τιμά τον ιστότοπο του ΑΠΘ.
Όσο για τους στίχους του Ναζίμ, θα θέσω αλλιώς το πνεύμα τους. Μερικά πράγματα μας αφορούν όλους. Άρα, οφείλουμε να τα στηρίζουμε και να τα προωθούμε. Ένα απ' αυτά είναι η λογοτεχνική παραγωγή του τόπου μας.
Όπως είπα και στην εκπομπή στην ΕΡΑ Αιγαίου, ο πολύς κόσμος (ανά την υφήλιο και στην Ελλάδα ίσως λίγο παραπάνω) δεν ξέρει την ποίηση, δεν διδάσκεται σωστά την ποίηση στα σχολεία, φοβάται κι αποφεύγει την ποίηση γιατί πιστεύει ότι δεν καταλάβει «τι εννοεί ο ποιητής», τελικά δεν διαβάζει ποίηση για να καταλήξουμε κάπου.
Κρίμα κι άδικο.
Και το κρίμα δεν μπορεί να διαιωνίζεται. Ούτε και το άδικο. Κάτι πρέπει να κάνουμε γιατί μας αφορά όλους κάθε κρίμα κι άδικο γύρω μας. Ίσως γιατί συντελέσαμε κι εμείς στην ύπαρξή τους, άλλοτε άθελά μας κι άλλοτε ηθελημένα.
Στην ίδια εκπομπή είπα ότι είναι ευλογία και κατάρα να κατάγεσαι από ελληνική επαρχία και να ζεις εκεί.
Δεν σε προσέχουν. Δεν σε γνωρίζουν. Κι αν σε προσέξαν κάποτε ή και αν σε γνωρίσαν, γρήγορα σε ξεχνούν. Αυτό συνέβη και με τον Παυλοστάθη.
Ε, και τι θα γίνει; Θα το διαιωνίζουμε αυτό το χάλι. Χτες τα μεσάνυχτα 20-30 άνθρωποι διαβάσαμε, έστω τυχαία, το παλιό αυτό άρθρο του Περικλή Κοροβέση που μας έφερες εδώ, Τόλη, για την
ευτοπία της ουτοπίας. Πάω στοίχημα ότι το 99% από εμάς δεν γνωρίζαμε τον συγγραφέα.
Το αποτέλεσμα; Οι ίδιοι άνθρωποι μέσα στα επόμενα 20 λεπτά αρχίσαμε να τον γνωρίζουμε. Χάρη στον Κοροβέση και το άρθρο του για την ποίηση το 2000, χάρη στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ που το δημοσίευσε τότε, χάρη στον Τόλη Νικηφόρου που το επαναδημοσίευσε εδώ, χάρη στο περιοδικό «Πλανόδιον» που δημοσίευσε το ανέκδοτο έργο του και κείμενα κριτικών του το 2000, χάρη στον Χρήστο Δημάκη που διασώζει τα παλαιά λογοτεχνικά περιοδικά εκμεταλλευόμενος την τεχνολογία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χάρη στο Translatum που έχει τον κατάλληλο χώρο για να φιλοξενεί τέτοιου είδους θέματα.
Καταπληκτικό, ε; Μια ανθρώπινη αλυσίδα στήθηκε και λειτούργησε άψογα στο άψε-σβήσε. Και μέσα σε 12 ώρες, με τα τρία νήματα που ανοίξαμε συνολικά εδώ για τον Τάκη Παυλοστάθη, το διαδίκτυο απέκτησε άλλες 3 πολύτιμες πηγές-αναφορές για τον συγγραφέα. Για να βρίσκουν να διαβάζουν οι μελλοντικοί αναγνώστες.
Τόσο απλά είναι τα πράγματα. Μια ατέλειωτη και συνεχής σκυταλοδρομία είναι το μόνο που έχουμε να κάνουμε για να προσεγγίσουμε αρχικά τη γνώση.
Και μετά; Μα πάλι είναι απλά τα πράγματα. Να πιούμε δυο ποτά λιγότερα για να διαβάσουμε ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Να τρώμε λιγότερο για να διαβάσουμε πολλά βιβλία. Να βλέπουμε λιγότερο τηλεόραση για να διαβάσουμε ακόμα περισσότερα βιβλία. Κάθε λογής λογοτεχνικά βιβλία. Ποίηση ή πεζογραφία - αδιάφορο. Κακά βιβλία, μέτρια βιβλία, χαζά βιβλία, σοβαρά βιβλία, αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Κάποτε θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι η λογοτεχνία γράφεται από ανθρώπους για τους ανθρώπους. Είναι ισχυρότατη μορφή επικοινωνίας η «τέχνη του λόγου». Αφού έτσι γνωρίζεις πώς σκέφτονται μυριάδες άνθρωποι στην υφήλιο που τους ταλανίζουν τα ίδια προβλήματα και τα ίδια αναπάντητα ερωτήματα όπως κι εσένα. Αφού έτσι γνωρίζεις τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας, της διπλανής χώρας, της διπλανής ηπείρου. Μέσα από τον
λόγο. Κι από τη στιγμή που ο λόγος αποτελεί προνόμιο του ανθρώπου στον πλανήτη μας, πώς μπορούμε να προσπερνάμε την τέχνη του; Γελοίο δεν είναι;
Τι πάει να πει δεν καταλαβαίνω τον Ελύτη, τον Έλιοτ, τον Καζαντζάκη, τον Παμούκ; Να στρώσουμε τον κώλο μας να τους διαβάσουμε και να τους καταλάβουμε και να βάλουμε το χέρι στην τσέπη να αγοράσουμε το έργο τους γιατί όπως λέγαν οι παλιοί ό,τι δεν το πληρώνεις δεν το εκτιμάς. Κι ύστερα να μιλήσουμε για όσα διαβάσαμε - παντού και σε όλους. Να πούμε τη γνώμη μας για γραπτά και συγγραφείς. Είτε μας άρεσαν είτε όχι. Είναι δικαίωμα και καθήκον μας.
Δηλαδή τον κάθε ασυνάρτητο που μιλάει στην τηλεόραση τον καταλαβαίνουμε; Το κάθε σύγγραμμα που διαβάζουμε για την επιστήμη μας το καταλαβαίνουμε απόλυτα; Τον κάθε άνθρωπο που συναναστρεφόμαστε τον καταλαβαίνουμε απόλυτα; Σίγουρα όχι. Αλλά δεν αποκηρύσσουμε έτσι εύκολα την τηλεόραση, τα συγγράμματα και τις σπουδές μας και τις «κοινωνικές» μας συναναστροφές. Εξαντλούμε την υπομονή και την ανοχή μας για να τα καταλάβουμε.
Τη λογοτεχνία γιατί την αποκηρύσσουμε όταν δεν καταλαβαίνουμε 5, 10, 100 βιβλία; Προφανώς γιατί δεν είναι η εύκολη λύση. Τα βρίσκουμε μπαστούνια μπροστά στα βιβλία μας και το βάζουμε στα πόδια. Κοιτάμε την καλοπέρασή μας. Απαιτεί επένδυση χρημάτων, χρόνου και φαιάς ουσίας. Η καλή λογοτεχνία δε μας κάνει ακόμα μεγαλύτερο «κακό». Μας ξεβολεύει.
Μας κάνει να σκεφτόμαστε. Μας κάνει να βλέπουμε τα χάλια μας. Μας κάνει να βλέπουμε ότι θέλει αγώνα το ευ ζην ή η ευτοπία. Μας προ(σ)καλεί να αναθεωρήσουμε τον μικροϊδεατικό τρόπο σκέψης μας και να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο την ψυχή και το νου - πω πω κούραση, ε; Μην κάψει δα φλάντζες ο εγκέφαλός μας και μην αναγκαστεί να συγκινηθεί η ανέγγιχτη και καλά προστατευμένη ψυχή μας.
Γι' αυτό, λοιπόν, η λογοτεχνία εν γένει κι όχι μόνο η ποίηση είναι ανατρεπτική. Γιατί μας κάνει να σκεφτούμε και να πράξουμε αλλιώτικα. Και τελικά από τις πράξεις μας κρινόμαστε. Θέλω να πιστεύω ότι οι αναγνώστες του Τρανσλάτουμ έχουν διαβάσει
Μανόλη Αναγνωστάκη. Τα ίδια πράγματα λέει ο άνθρωπος με όλους κι όλους 4 στίχους:
Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα./Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!,
Κρίνε για να κριθείς,
Κι όρθια η Πράξη σαν αλεξικέραυνο.
Και για να προλάβω αυτούς που θα ρωτήσουν τι εννοεί ο ποιητής Αναγνωστάκης (αν και, μεταξύ μας τώρα, θεωρώ κουτή αυτή την ερώτηση), απαντώ: η ζωή μας είναι πολύ σύντομη. Αποφασίζουμε εμείς αν θα είμαστε πρωταγωνιστές ή κομπάρσοι στη δικιά μας ζωή και στην κοινωνία. Και πράττουμε ανάλογα. Και αγωνιζόμαστε μια ζωή για ένα καλύτερο κόσμο. Και πολεμάμε συνεχώς. Την αμάθεια, την ημιμάθεια, το βόλεμα, την απραξία, την τεμπελιά, την αναισθησία, την καλοπέραση.