drugged → υπό την επήρεια, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, υπό την επήρεια φαρμάκων, ντοπαρισμένος, ντοπέ

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854551
    • Gender:Male
  • point d’amour
drugged → υπό την επήρεια, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, υπό την επήρεια φαρμάκων, ντοπαρισμένος
drugged-out
« Last Edit: 18 Mar, 2023, 10:41:40 by spiros »


 

Search Tools