Sonnet 94
They that have power to hurt and will do none, That do not do the thing they most do show, Who, moving others, are themselves as stone, Unmoved, cold, and to temptation slow: They rightly do inherit heaven's graces And husband nature's riches from expense; They are the lords and owners of their faces, Others but stewards of their excellence. The summer's flower is to the summer sweet Though to itself it only live and die, But if that flower with base infection meet, The basest weed outbraves his dignity: For sweetest things turn sourest by their deeds; Lilies that fester smell far worse than weeds.
| Αυτοί που ενώ μπορούν να βλάψουν δεν προβαίνουν να κάνουν όσα επιδειχτικά απειλούν, που άλλους συγκινούν κι αυτοί σαν πέτρες μένουν, ήμεροι, κρύοι κι αργούν πολύ να πειραχτούν, με δίκιο τους σ’ αυτούς οι ουράνιες χάρες παν, της φύσης πλούτη οικονομούν απ’ τη σπατάλη, στα πρόσωπά τους κύριοι και τα κυβερνάν, κι είναι διαχειριστές στις αρχοντιές τους οι άλλοι. Το θερινό άνθος γλύκα θερινή μας δίνει, το ίδιο τι έχει, μόνο ανθίζει και πεθαίνει1 μ’ αν ίσως το άνθος κακιά λώβη το μολύνει, το πιο παλιόχορτο σ’ αξία του παραβγαίνει. Και τα γλυκύτερα απ’ τα έργα τους πικρίζουν, κρίνα σάπια από χόρτα πιο άσκημα μυρίζουν.
|
Μετάφραση: Βασίλης Ρώτας
They that have power to hurt and will do none, That do not do the thing they most do show, Who, moving others, are themselves as stone, Unmoved, cold, and to temptation slow: They rightly do inherit heaven's graces And husband nature's riches from expense; They are the lords and owners of their faces, Others but stewards of their excellence. The summer's flower is to the summer sweet Though to itself it only live and die, But if that flower with base infection meet, The basest weed outbraves his dignity: For sweetest things turn sourest by their deeds; Lilies that fester smell far worse than weeds.
| Αυτοί που δύνανται να βλάψουν μα αρνούνται να πράξουν Ότι του είναι εύκολο και μπορετό, ενώ άλλους συγκινούν, μένοντας παγεροί, απρόθυμοι στον πειρασμό Δικαίως απολαμβάνουν του ουρανού την ευλογία Κι από τον χαμό της φύσης τα καλά τα συγκρατούνε Τους παρουσιαστικού τους ιδιοκτήτες αυτοί και βασιλιάδες Ενώ λακέδες οι υπόλοιποι στην αρχοντιά τους θα είναι Του θέρους λούλουδο γλυκά το θέρος νοστιμίζει Παρόλο που μονάχο ζει και μοναχό πεθαίνει Όμως αν τύχει μόλυνση το άνθος να δεκατίζει Και το παλιόχορτο στο κάλλος του το παραβγαίνει Γιατί στις πράξεις τους μπορεί και τα άξια να σαπίσουν Και σάπιοι κρίνοι πιο πολύ από χόρτα να βρωμίσουν
|
Μετάφραση: Άγνωστος (από το περιοδικό «Νέα Εστία», 15 Ιουνίου 1964)
Απόσπασμα σε απόδοση Διονύση Καψάλη:
γλυκό το άνθος για την άνοιξη, που ωστόσο
καθ’ εαυτό μονάχα ζει κι απλώς πεθαίνει
μα όταν πάλι μολυνθεί με κάποια νόσο,
κι ένα χορτάρι ταπεινό το υπερβαίνει:
στις πράξεις πάντα και τα πιο γλυκά πικρίζουν
όζουν χειρότερα οι κρίνοι που σαπίζουν