Δεν είναι σαφές και στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία εάν ταυτίζονται οι δύο όροι.
Ο όρος «
προσκόλληση» (adherence) είναι συνώνυμος με τον όρο «
συμμόρφωση» (compliance), αλλά χρησιμοποιείται εναλλακτικά ως πιο δόκιμος όρος γιατί εμπεριέχει την έννοια της θετικής ενεργητικής συνεργασίας του ασθενούς στη θεραπευτική αγωγή, την οποία ασπάζεται και δεν αποδέχεται παθητικά επειδή απλά την επιβάλλει ο θεράπων. (πηγή:
http://www.mednet.gr/archives/2012-2/pdf/226.pdfΤι ορίζεται όμως ως
συμμόρφωση (“compliance” ή “adherence” στην αγγλοσαξονική βιβλιογραφία); (πηγή:
http://www.ngda.gr/innet/UsersFiles/admin/documents/Diabitologika/2013_4/229-236_KEFALOGIANNIS.pdfΗ λέξη «
συμμόρφωση», ακριβής μετάφραση της αγγλικής λέξης «compliance», έχει την έννοια της υπακοής, της πειθάρχησης σε κανόνες και είναι ασύμβατη προς τη σύγχρονη αντίληψη για τη σχέση γιατρού-αρρώστου, σύμφωνα με την οποία ο ασθενής δεν «υπακούει» τυφλά στις εντολές του γιατρού, αλλά συμμετέχει στη λήψη της τελικής απόφασης εκφράζοντας και τη δική του άποψη, αφού ενημερωθεί από το γιατρό για τις υπάρχουσες εναλλακτικές δυνατότητες. Για το λόγο αυτό έχει προταθεί η αντικατάσταση του όρου «συμμόρφωση» από άλλους όρους, όπως
προσκόλληση (adherence) ή «
συνεργασιμότητα» (concordance). Παρ' όλα αυτά ο όρος «συμμόρφωση» έχει επικρατήσει και χρησιμοποιείται εδώ με την έννοια της συνέπειας στην τήρηση των συναποφασισθέντων θεραπευτικών μέτρων. (πηγή:
http://www.hypertension.gr/Members/2005-11-02.aspx)