Αγαπητέ Σοφοκλή, έχω μείνει έκπληκτος από τα υπέροχα ελληνικά σου! Δεν φανταζόμουν ότι μπορεί κάποιος που η μητρική του γλώσσα δεν είναι η ελληνική να μάθει τέτοια ελληνικά. Παρακαλώ δέξου τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια.
Επειδή εξέφρασες την επιθυμία να διορθωθούν τα όποια (ελάχιστα) λάθη σου, θα μου επιτρέψεις να επισημάνω ό,τι παρατήρησα που, έστω και λίγο, δεν μου ακούγεται πολύ καλό στα ελληνικά, χωρίς αυτό να σημαίνει υποχρεωτικά ότι κάθε μου πρόταση είναι αυτό που θα έπρεπε οπωσδήποτε να ειπωθεί για να είναι λίγο καλύτερο.
Οι συντομογραφίες που χρησιμοποίησα είναι οι εξής:
πρ. = προτιμότερο (preferable)
ελ. πρ. = ελαφρώς προτιμότερο (slightly preferable)
δημ. = δημοτική (vernacular, i.e. current modern Greek)
[
] denotes a comment.
Ἀγαπητέ μου Ἠλία: παρακαλῶ ἄφησέ με νὰ σοῦ πῶ καὶ τὴ
δικιά (ελ. πρ.:
δική) μου ἄποψη καὶ
λίγο (πρ.:
λίγη) ἀπὸ τὴν «ἱστορία» μου, τὴν ἄποψη
καὶ (πρ.:
την) ἱστορία ἑνὸς Ἀμερικανοῦ
Φιλέλληνος (δημ.:
φιλέλληνα). Πρῶτα ὅμως νὰ σε
ἐπικροτήσω ὁλοκαρδίως (
συγχαρώ από καρδιάς) ποὺ σπουδάζεις τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ γραμματεία.
Ἤμουν ἀκριβῶς τῆς ἡλικίας σου (
ήμουν ακριβώς στην ηλικία σου ή
είχα ακριβώς την ηλικία σου) (δεκαεφτά), τὸ 1992, ὅταν ἄρχισα νὰ μαθαίνω τὰ ἑλληνικά (ποὺ ἀκόμα τὰ μαθαίνω), μόνος μου μὲ ἕνα βιβλίο (τὸ Ἀθήναζε) στὴν
πατρική μου πόλη (
ιδιαίτερη πατρίδα μου) τὴ
Λιμενιά (πρ.
Λιμενία) (Πορτλανδία), ὅπου δὲν γνώριζα οὔτε ἕναν Ἕλληνα. .... Ὁ πατέρας μου, ποὺ εἶχε εἰδίκευση
τὰ (
στα) ἀραβικά, διάβαζε τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες σὲ μετάφραση, καὶ μετέδωσε σὲ μᾶς τὰ παιδιά του ἕναν θαυμασμὸ γι' αὐτούς. Ἐγὼ ὅμως τοὺς πρώτους πραγματικοὺς καὶ ζωντανοὺς Ἕλληνες ποὺ θυμᾶμαι νὰ ἔχω δεῖ ἦταν στὴν ταινία ὁ
Βίος καὶ Πολιτισμὸς (
Βίος και Πολιτεία) τοῦ Ἀλέξη Ζορμπᾶ! (Ἴσως νὰ γελάσεις, ἀλλὰ μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση
νὰ δῶ (
που έβλεπα) real-life Ἕλληνες, καὶ
τὸ (
τον) ἑπόμενο χρόνο κατάλαβα ὅτι περισσότερο μ'
ἐνδιαφέρανε (
ενδιέφεραν) οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τοὺς Ῥωμαίους.)
Ὅταν λοιπὸν
ἀρχίνησα (
άρχισα) νὰ μαθαίνω, διάβασα στὸ πρῶτο κεφάλαιο τὴν
οὕτως ([
πρ. χωρίς το 'ούτως'] λεγόμενη «ἐρασμική» προφορά (στὴν πραγματικότητα ὀφείλεται στὸν Smith & Cheke τῆς Ὀξφόρδης τῆς δεκαετίας τοῦ 1530). Καὶ ποῦ νὰ ξέρω ὅτι ὑπῆρχε ἄλλη προφορὰ ποὺ
νὰ ([
χωρίς το 'να']) χρησιμοποιεῖται σήμερα; Ἂν
κι (
καὶ) εἶχα δεῖ αὐτὴ τὴν ταινία μὲ τὸν Anthony Quinn, οἱ Ἕλληνες γιὰ μένα ἦταν κάτι ἱστορικό, σχεδὸν φανταστικό,
μὲς (πρ.:
μέσα) στὶς σελίδες τῶν βιβλίων, καὶ ποτὲ δὲν ἀμφισβήτησα τὴν προφορὰ ποὺ εἶχα μάθει. (Ἀντιθέτως,
ὑπῆρχα (
υπήρξα)
ἕνας ([
χωρίς]) pronunciation-nazi, ἢ αὐτὸ ποὺ ἐδῶ στὴν Ἀγγλία τὸ λένε an annoying little git, ἐπιμένοντας ἡ Circe π.χ. νὰ
γραφεῖ (πρ.
γράφεται) καὶ νὰ
εἰπωθεῖ (πρ.
λέγεται) Kirke [τὸ ὁποῖο σήμερα μοῦ προκαλεῖ φρίκη].) Ἀλλὰ σὲ τέτοια κατάσταση εἶναι πολλοὶ Φιλέλληνες, ποὺ ἀγαποῦν μιὰ Ἑλλάδα ποὺ ἔχουν φανταστεῖ διαβάζοντας τὸν Ὅμηρο καὶ (
τον) Εὐριπίδη, καὶ οὔτε σκέφτονται (it doesn't even occur to them) (
τους περνάει απ' το μυαλό) ὅτι ἡ γλωσσικὴ παράδοση ζεῖ ἀκόμα στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα μὲ μιὰ προφορὰ ποὺ ἔχει ἀλλάξει ἀπὸ τὴν «ἀρχαιότητα» καὶ ὅμως ἀξίζει νὰ τὴ γνωρίσει ὁ δυτικὸς φιλόλογος. Γιατὶ
μέχρι νά 'χει κανεὶς πάρα πολλὴ πρακτική ([you wouldn't use this in Greek. Hard to rephase though. Perhaps→]
αν δεν έχει κάνει πάρα πολλή πρακτική εξάσκηση κανείς), τὰ ἑλληνικὰ εἶναι οὐσιαστικὰ ἕνας [ἀρκετὰ δύσκολος] κώδικας, καὶ τὸ νὰ μάθει ἕνας Ἀμερικανός, Ἄγγλος ἢ Εὐρωπαῖος τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ μοιάζει κάπως μὲ τὸ νὰ μάθεις ἐσὺ τὴ Γραμμικὴ Β! (Τὸ ὁποῖο, μὲ τὴν εὐκαιρία, σοῦ συνιστῶ
μ' ὅποια ἔμφαση ἔχω! (
ανεπιφύλακτα!))
Δυὸ χρόνια ἀργότερα, στὰ 19, ἄρχισα τὰ νέα ἑλληνικά, μὲ ἕνα μίγμα
εὐχαριστήσεως (δημ.
ευχαρίστησης) καὶ σόκ!
Τὸ (
Τον) ἴδιο χρόνο μετακόμισα γιὰ δυὸ χρόνια στὴν Ἑλλάδα (Ἀθῆνα/Κύπρο), καὶ
γιὰ τὸ πρῶτο ὁλόκληρο (
ολόκληρο τον πρώτο) χρόνο συνέχιζα νὰ χρησιμοποιῶ τὴ ἀναπαραστημένη [reconstructed] προφορὰ ὅταν διάβαζα π.χ. τὴν Ἁγία Γραφή. Ἐπιτέλους [γιατὶ πάντα
ὑπῆρχα (
ήμουν)
βραδύνους (πρ. δημ.
αργόστροφος) μαθητής] κατάλαβα ὅτι ἦταν ἐντελῶς silly νὰ ἔχω καὶ τὶς δύο προφορές, εἰδικὰ ποὺ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ τὴν
ἀναφέραν (
πρόφεραν εννοείς;) οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες, κι ἔπαιζε ῥόλο
στὴ σημερινὴ (
στην καθημερινή) πνευματική τους ζωή·
καὶ (πρ.
έτσι) ἐγκατέλειψα τὴν «ἐρασμική» προφορά.
Μετὰ πῆγα στὸ πανεπιστήμιο στὴν Ἀμερικὴ κι ἤμουν ὁ μόνος στὸ τμῆμα κλασσικῶν σπουδῶν ποὺ
νὰ ([
χωρίς]) χρησιμοποιοῦσα τὴ σημερινὴ ἑλληνικὴ προφορά. Ἔγινα
πολὺ ([πρ.
χωρίς]) εἰδήμονας στὴν ἀπολογία
καὶ (πρ.
την)
ἄμυνά (
υπεράσπισή) της,
ἀπὸ (
για) λόγους αἰσθητικούς, ἠθικούς, καὶ φιλολογικούς (philological because ἡ ἐρασμικὴ προφορὰ δὲν ἀντιπροσωπεύει τὴν προφορὰ καμιᾶς ἱστορικῆς ἐποχῆς, moral because εἶναι ἀνόητο νὰ ποῦμε
'μεῖς (
εμείς) πῶς οἱ Ἕλληνες πρέπει νὰ προφέρουν τὴ
δικιά (πρ.
δική) τους γλῶσσα, καὶ aesthetic γιατὶ εἶναι πολὺ ugly [ἔτσι δὲν εἶναι;]).
Τώρα λοιπὸν κάνω μεταπτυχιακὲς σπουδὲς καὶ διάλεξα τὴ βυζαντινολογία ἐν μέρει γιὰ νὰ μὴν
ἀναγκασθῶ (πρ. δημ.
Αναγκαστώ) ν'
ἀκούσω (
ακούω) τὴν ἐρασμικὴ προφορά (ἂν καὶ δὲν εἶναι τελείως
ἄφευκτη (
αναπόφευκτη)). Κι ἔχω πείσει μερικοὺς ἄλλους δυτικούς (ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους εἶναι μιὰ Ὁλλανδέζα, ἀπὸ τὴ χώρα τοῦ Ἐράσμου) ν' ἀλλάξουν καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὴν «ἑλληνικὴ» προφορά.
Ἔχεις ἀπόλυτο δίκιο ὅτι ἡ καλύτερη λύση εἶναι νὰ μάθεις καὶ τὶς δύο προφορές, τὴ μιὰ γιὰ νὰ
ἐπικοινωνήσεις (πρ.
επικοινωνείς) μὲ ἄλλους Ἕλληνες καὶ τὴν ἄλλη γιὰ νὰ
καταλάβεις (πρ.
καταλαβαίνεις) τί λένε οἱ Καναδοί. Καὶ ἐπειδὴ καλῶς ἢ κακῶς ἡ «ἐρασμικὴ» προφορὰ εἶναι μέρος τῆς δυτικῆς κλασσικῆς παράδοσης. (Κάπως ἀστεῖο: ἐδῶ στὴν Ὀξφόρδη σπουδάζω ὑπὸ τὸν μεγάλο παπυρολόγο Νικόλαο Γονῆ. Ἐγώ, ἕνας μὴ-Ἕλληνας, εἶμαι ὁ μόνος ποὺ
νὰ ([
χωρίς]) χρησιμοποιῶ τὴ σημερινὴ προφορά, ἐνῷ αὐτός, ἕνας Ἕλληνας [Χαμουτζῆς] χρησιμοποιεῖ τὴν ἐρασμικὴ προφορά, γιὰ νὰ καταλάβουν (πρ. καταλαβαίνουν) οἱ Ἐγγλέζοι καὶ Γερμανοὶ στὴν τάξη!
Καὶ πολὺ σωστὰ λέει ὁ/ἡ Frem (der Fremdsprecher?) ὅτι "κανεὶς δὲν λέει νὰ μὴν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐπιστημονικῆς μελέτης ἡ ἀρχαιοελληνικὴ προφορά" (σ' αὐτὸ τὸ θέμα προτείνω, πρὶν ἀπὸ τὸν Allen, τὸ προσιτότερο ἔργο τοῦ Horrocks:
http://www.amazon.com/gp/product/0582307090/qid=1143628218/sr=1-1/ref=sr_1_1/102-5512554-3915306?s=books&v=glance&n=283155). Ἀλλὰ νὰ μὴ τὴ
χρησιμοποιήσεις (πρ.
χρησιμοποιείς) στὴ λογοτεχνία! Οὔτε ὁ Ἔρασμος δὲν τό
'κανε (πρ.
έκανε) αὐτό! Ἄλλο νὰ ἐρευνήσουμε τὴν ἀρχαία φωνολογία καὶ ἄλλο νὰ ἔχουμε μιὰ λογοτεχνικὴ ἐμπειρία ποὺ νὰ μᾶς συγκινήσει σήμερα. Γιὰ νὰ συγκρίνουμε ἕνα παράδειγμα ἀπ' τὰ ἀγγλικά, ἂς σκεφτοῦμε τὸ γνωστὸ προοίμιο τοῦ Chaucer [τοῦ
Χαυκῆρος; ([πολύ παλιά ίσως, σήμερα
Τσόσερ])]
http://courseweb.stthomas.edu/medieval/chaucer/generalcanter.htm Παλιὰ εἶχε μιὰ προφορὰ πολὺ διαφορετικὴ ἀπ' ὅ,τι ἔχουμε σήμερα, καὶ εἶναι πολὺ ένδιαφέρον τὸ γεγονὸς αὐτό (καὶ σημαντικὸ ἀκόμα στὴ (πρ.
για τη) μελέτη τοῦ ποιητῆ). Κάπως ἔτσι θὰ τὰ ἔλεγε ὁ ἴδιος: ...Κι ἀκόμα ὁ Σαίξπηρ, μετὰ τὸ Great Vowel Shift, τὰ πρόφερε λίγο διαφορετικὰ ἀπὸ μᾶς σήμερα (καὶ πολὺ διαφορετικὰ ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς Ἄγγλους--γι' αὐτὸ ὁ Peter Hall, Ἄγγλος ἱδρυτὴς τοῦ Βασιλικοῦ Σαιξπηριακοῦ (Σαιξπηρικού) Θιάσου, προτιμοῦσε τοὺς Ἀμερικανοὺς ἠθοποιοὺς γιὰ τὶς παραστάσεις του
http://ise.uvic.ca/Library/SLTnoframes/literature/pronunciation.html), ἀλλὰ ποιός μπορεῖ νὰ μὴ συγκινηθεῖ ὅταν ἀκούει τὸν Gielgud νὰ διαβάσει (διαβάζει) τὸν Λήρ;
Ἐγώ (ποὺ
ἔκανα (ίσως πρ.
πήρα) ἀνώτερο πτυχίο στὶς
σαιξπριακὲς (
σαιξπηρικές) σπουδὲς στὴ Στρατφόρδη-ἐπὶ-τοῦ-Αὐῶνος) ποτὲ δὲ θά 'λεγα ὅτι τέτοια μεγαλοπρεπὴς καὶ ἀλχημικὴ ποίηση στὸ στόμα τοῦ Gielgud ἢ τοῦ Olivier, τοῦ Branagh ἢ τοῦ Burton [Ἄγγλοι ὅλοι] δὲν εἶναι ἡ «γνήσια» ἐλισαβετιανὴ ποίηση. Καὶ παρακαλῶ νὰ μὴ (πρ. μην) πεῖς ποτὲ ἐσὺ ὅτι ὁ συνώνυμός μου ὁ Σοφοκλῆς, ὅταν βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα ἑνὸς Μινωτὴ ἢ μιᾶς Λαμπέτη, ἢ ἑνὸς χωριατόπουλου τῆς πρώτης γυμνασίου, δὲν εἶναι «γνήσια» ἑλληνικά. Γιατὶ δὲν ὑπάρχει τίποτα πιὸ γνήσιο ἀπ' αὐτό!