Καλλιόπη Εξάρχου, Ονείρων συνέχεια
Βύθισα τα όνειρά μου
στο μέλι των προσδοκιών μου,
τη σάρκα να σμιλέψουν
του εκλεκτού της Μνημοσύνης.
Μου είπαν
να το στάζω απ’ την άκρη τ’ ουρανού,
αργά αργά,
να ενδύεται μορφές ηδείες,
σχήματα υπαινικτικά,
να διαχέεται στη ραθυμία της ηδονής,
χαμόγελα και δάκρυα λανθάνοντα,
λιτανείες στου έρωτα την αυταπάτη,
να δραπετεύει από τα δάχτυλα,
να προσκολλάται στην ψυχή
όλο και πιο πολύ,
να σμίγει οριζοντίως και καθέτως στα σπλάχνα,
να με λιγώνει εκχύλισμα μελίρρυτο,
στου πεύκου την απόχρωση τα μάτια
να ατενίζουν το φως το πρώτο της ημέρας,
να μειδιούν τα χείλη,
να γεύομαι τη δρόσο της αυγής τους,
ανυπόμονα να διαπράττουν
εμπρησμούς νυχτερινούς
στου λαιμού τα μισοσκόταδα,
να συλληφθώ στο κορμί του,
να συλληφθεί στο κορμί μου,
εισβολέας στα άδυτα της διέγερσής μου.
Πόσες απρόσμενες κρυψώνες
μυστικών περιπλανήσεων
να εξερευνήσουν οι γευστικοί πόροι,
να κοινωνήσουν χυμούς
λάγνων αποσταγμάτων,
να οδεύσουν τα χέρια τα φιλομαθή,
να διαρρήξουν υμένες παρθενικών παθών,
σκήπτρα και λάφυρα να αποθέσουν
στου κατακτητή την κλίνη,
κρυφής μάχης τοπίο.
Τι παραφορά η στάση της πρόσκλησης
στου έρωτα τα δώρα.
Ανυπόφορα ανέγγιχτη σάρκα,
να σου εμφυσήσω,
να μου εμφυσήσεις
ανάσες εξημμένες.
Διά βίου.
Από τη συλλογή Περιπλανώμενος λόγος (2009)