Απόστολος Λυκεσάς, Νεκροπομποί
Σπουργίτια θορυβούν. Σμήνη.
Της υπομονής και της ανέχειας υμνητές.
Τσιμπιές οργής στάζουν
οργιές κάτω από την επιδερμίδα, πίσω από το έρκος των οδόντων.
Τροχαλίες της απελπισίας.
Τρίζουν τα ράμφη τους.
Σπουργίτια είναι, ξέρουν τον δρόμο.
Ένα φτερούγισμα θα κάνω, άγγελος του κακού θα γίνω
κι εκτελεστής μαζί.
Ό,τι προανάγγειλε την ευτυχία, τιτιβίσματα.
Σπουργίτια, σου λένε, και με σκουπίδια ζουν.
Κλέφτες θρασείς και ζήτουλες.
Σπουργίτι στη χούφτα σου σφίξε με ξόβεργα.
Απ’ έξω περνάνε τα εξαπτέρυγα των πολιτισμένων
στο τζάμι του αυτοκινήτου τους θα συντριβώ.
Από τη συλλογή Τῷ αγνώστῳ (2001)