Γεια σου, Αλεξάνδρα, καλώς ήρθες -- και ελπίζω με τη μακρά σου πείρα να καταθέσεις πολλά και όμορφα εδώ.
Η γενική μου εντύπωση είναι ότι, στις ταινίες τουλάχιστον, έχουν μειωθεί τα κραυγαλέα λάθη. Ίσως, από την άλλη, να φταίει που τώρα που βελτιώθηκαν τα αγγλικά μου δεν προσέχω αρκετά τους υπότιτλους... Λυπάμαι πάντως που δεν έκανα συλλογή στις πρώτες μέρες της τηλεόρασης.
Και μια παρατήρηση για τα λεξικά: δεν φταίνε πάντα αυτά. Απλώς δεν προλαβαίνουν την εξέλιξη της γλώσσας. Οι περισσότερες απορίες που καταθέτονται σε διαδικτυακούς χώρους μεταφραστών έχουν να κάνουν με λέξεις ή σημασίες που πολύ αργότερα θα χωρέσουν στα λεξικά -- και αν. Ευτυχώς που υπάρχει τώρα το διαδίκτυο και μπορούμε να ψάξουμε και να βρούμε αυτό που θέλουμε. Αρα είναι καθήκον του καλού μεταφραστή να μη διαλέγει το πρώτο πράγμα που θα βρει μπροστά του. Και τώρα, αν δεν είναι τεμπέλης, έχει και όλα τα μέσα να ψάξει και να βρει αυτό που θέλει.
Εν προκειμένω, το Penguin-Hellenews δεν περιείχε την πιο συνηθισμένη -σήμερα- σημασία του gofer γιατί δεν ήταν καθόλου συνηθισμένη όταν το συντάξανε εκείνοι που το συντάξανε. Όσο για την αρχική σημασία του gofer (που σήμερα το ξέρουμε καλύτερα από το υποκοριστικό γκοφρέτα) και τη βάφλα, παραθέτω από το Oxford English Dictionary:
gofer
[a. F. gaufre (earlier also goffre, gofre) honeycomb, thin cake; ultimately of LG. origin: see wafer and waffle.]
a. A thin batter-cake on which a honeycomb pattern is stamped by the iron plates (see b) between which it is baked.
1769 Mrs. Raffald Eng. Housekpr. (1778) 165 To make Gofers. Beat three eggs well, with three spoonfuls of flour, and a little salt.
1845 C. Brontë Professor (1857) II. xxi. 109 Having eaten an unlimited quantity of 'gaufres'.
1847-78 Halliwell, Gofer, a species of tea-cake of an oblong form, made of flour, milk, eggs, and currants, baked on an iron made expressly for the purpose, called a gofering iron, and divided into square compartments. Linc.
1853 C. Brontë Villette I. viii. 142 Regaled with gaufres and vin blanc.
1876 Whitby Gloss., Gaufers, tea-cakes of the muffin sort, square, and stamped like net-work with the 'gaufering-irons'.
1883 P. Robinson Sinners & Saints i. 14 Here, too, in Chicago, I found a man selling 'gophers'... I do not know the American name for this vanish-into-nothing sort of pastry.