ευσεβοποθισμός → pious wishing, pious wishes
ευσεβοποθισμός [εὐσεβοποθισμός] ευ-σε-βο-πο-θι-σμός ουσ. (αρσ.) (λόγ., κυρ. στην Κύπρο): ευσεβής πόθος: Αυταπάτες/ψευδαισθήσεις/ωραιοποιήσεις και ~οί. Βλ. -ισμός.
Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας - Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσαςευσεβείς πόθοι, ανομολόγητες και απραγματοποίητες επιθυμίες, και ειρωνικά, όταν αναφερόμαστε σε σχέδια, συνήθ. αντιπάλων μας, τα οποία δεν επιθυμούμε να πραγματοποιηθούν: Η κάθοδος στο Αιγαίο ήταν πάντοτε ευσεβείς πόθοι των γειτόνων μας.
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη ευσεβής πόθος οτιδήποτε επιθυμούμε χωρίς πάντα να το ομολογούμε και το οποίο είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί: η κατάσταση τής οικονομίας, όπως την περιέγραψε ο υπουργός, αποτελεί μάλλον ευσεβή πόθο τής κυβέρνησης (δεν είναι αυτό που ισχύει πραγματικά) | οι δηλώσεις σας ότι θα κερδίσετε τις εκλογές, δεν είναι τίποτε άλλο από ευσεβείς πόθοι.
— Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη Catalan:
pensament il·lusori,
pensament desideratiu; Chinese Mandarin:
一廂情願/
一厢情愿,
痴心妄想,
如意算盤/
如意算盘,
妄想,
痴想; Czech:
zbožné přání; Danish:
ønsketænkning; Dutch:
wensdenken; Estonian:
soovmõtlemine; Faroese:
ynskishugsan; Finnish:
toiveajattelu; French:
vœu pieux; German:
Wunschdenken; Greek:
ευσεβείς πόθοι; Hebrew:
תקוות שווא; Hungarian:
vágyteljesítő/vágyvezérelt/vágyelvű gondolkodás; Icelandic:
óskhyggja; Italian:
pia illusione,
pio desiderio,
mero desiderio; Japanese:
希望的観測,
甘い考え,
皮算用; Latin:
pium desiderium; Latvian:
vēlmju domāšana; Norwegian Bokmål:
ønsketenkning; Polish:
chciejstwo,
pobożne życzenie,
myślenie życzeniowe; Portuguese:
wishful thinking,
pensamento desejoso; Russian:
принятие желаемого за действительное and принимать); Serbo-Croatian:
samozavaravanje; Spanish:
ilusión,
espejismo,
pensamiento ilusorio,
voluntarismo,
el cuento de la lechera; Swedish:
önsketänkande; Turkish:
hüsnükuruntu; Welsh:
gobaith oferwishful thinking - Wiktionary, the free dictionary