ineconomy → ανοικονομία, σπατάλη, δαπανηρότητα

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854547
    • Gender:Male
  • point d’amour
ineconomy → ανοικονομία, σπατάλη, δαπανηρότητα

ineconomic → ανοικονομικός, μη οικονομικός, σπάταλος, πολυδάπανος
noneconomic → ανοικονομικός, μη οικονομικός, σπάταλος, πολυδάπανος
noneconomical → σπάταλος, πολυδάπανος
uneconomic → σπάταλος, πολυδάπανος
uneconomical → σπάταλος, πολυδάπανος
uneconomically → σπάταλα, πολυδάπανα
uneconomicalness → ανοικονομία, σπατάλη, δαπανηρότητα
ineconomy - Wiktionary


 

Search Tools