paddle → παγαία, κουπί, ελεύθερο κουπί, μικρό κουπί που δεν στηρίζεται σε σκαρμό, κουπί κανό, πτερύγιο υδραυλικού τροχού, ρακέτα, ρακετάκι, κόπανος, πτερύγιο, πτερύγιο προωθητικού τροχού, σκαλιστήρι, σκαλιστήρι κήπων, αναδευτήρας, θυρίδα υδατοφράκτη, φτερό, χερούλι, διά χειρός εφαρμοζόμενο ηλεκτρόδιο, ηλεκτρόδιο, χειριστήριο με περιστρεφόμενο πλήκτρο, χειριστήριο τύπου paddle, χειριστήριο αλλαγής ταχυτήτων στο τιμόνι, τσαλαβουτώ, τσαλαβουτάω, πλατσουρίζω, κολυμπάω σαν σκύλος, κολυμπώ σαν σκύλος, πασπατεύω, παίζω, παίζω στα χέρια μου, κάνω κουπί, κωπηλατώ, κωπηλατώ ήρεμα, τις βρέχω, κοπανάω
lefty ·
13 · 2619