Υπάρχει ένα γνωστό τραγούδι του Χατζιδάκι που λέει: Το δισάκι του στον ώμο για το δρόμο για το δρόμο
Δυστυχώς, τόσα χρόνια δεν έχουμε καταφέρει να φτιάξουμε μια μονολεκτική απόδοση για τον backpacker (κάτι σε δισακίτης ή σακιδιοτουρίστας) και αρκούμαστε σε περιφράσεις όπως "τουρίστας που ταξιδεύει με το σακίδιο στην πλάτη" ή παραπλήσιες έννοιες (φτωχοτουρίστας, τουρίστας χαμηλού βαλαντίου). Ο "κατασκηνωτής" είναι camper ενώ ο backpacker μπορεί άνετα να ταξιδεύει από ξενώνα σε ξενώνα και να μην κάνει καθόλου κάμπινγκ.
Έχει κανείς να προτείνει κάτι να δημιουργήσουμε κατάσταση (αντίστοιχη με το "ταχυφαγείο", ας πούμε);
Οι Γάλλοι χρησιμοποιούν το routard (για το δρόμο για το δρόμο, που λέγαμε), οι Ιταλοί το saccopelista, οι Ισπανοί το mochilero (mochila = σακίδιο) και οι Γερμανοί το Rucksacktourist. Εμείς;
Το πιο πετυχημένο που έχω βρει στο διαδίκτυο είναι το σακιδιοφόρος. Μας κάνει;