Scrumping:
Stealing fruit, especially apples, from someone else's trees.
(
Urban dictionary)
Ένα (νεκρό πια) παιχνίδι που έκαναν τα παιδιά στην Αγγλία. Γύρευαν κάποια κορίτσια σε μια φάρμα και οι παραδοσιακοί κανόνες έλεγαν ότι το ένα θα έσπαζε τον κύκλο που είχαν κάνει για να παίξει τον αγρότη, οπότε θα έκλεβε ένα πεσμένο μήλο από τον οπωρώνα.
Bootleg:
Alcoholic liquor unlawfully made, sold, or transported, without registration or payment of taxes.
(
Dictionary.com)
Ευχαριστώ εκ των προτέρων.