
whistleblower -> καρφί, καταγγέλων, καταγγέλουσα, καταγγέλλων διαφθορά, καταγγέλλων δυσλειτουργίες, καταγγέλτης, καταγγέλτης διαφθοράς, καταγγέλων τα κακώς κείμενα, καταδότης, καταμηνυτής, καταμηνυτής ατασθαλιών, καταυδητής, λαγωνικό, μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος, όποιος έχει καταγγείλει δυσλειτουργίες, πληροφοριοδότης, πληροφοριοδότης δημοσίου συμφέροντος, πληροφοριοδότης εταιρικών παρατυπιών, υπάλληλος που καταγγέλλει δυσλειτουργίες
evdoxia ·
34 · 11515