noted → το σημειώνω, ελήφθη υπόψη, το έλαβα υπόψη, θα ληφθεί υπόψη, το βάζω στα υπ' όψη, το λαμβάνω υπόψη, το λαμβάνω σοβαρά υπόψη, το παίρνω υπόψη, το παίρνω σοβαρά υπόψη, σημειώθηκε, θα το έχω υπόψη μου, θα το έχω στα υπόψη
Vasilis ·
10 · 999