
novel -> νέος, καινούργιος, καινούριος, καινοφανής, ασυνήθης, μυθιστόρημα, καινουργής, καινουργές, πρωτότυπος, πρωτότυπη, πρωτότυπο, καινοτόμος, καινοτόμο, καινοτομικός, καινοτομική, καινοτομικό, τροπολογία ρωμαϊκού δικαίου
dnassibian ·
3 · 223