mind you... yes... but
β. ναι μεν αλλά και, για περιπτώσεις σύνδεσης κατά την οποία με το α' μέλος εκφέρεται ο βασικός όρος, αυτό που κυρίως συμβαίνει, ενώ με το β' μέλος ο δευτερεύων, ο όχι απόλυτα καθοριστικός αλλά ούτε και αμελητέος όρος: Nαι μεν θα γίνει η επιλογή με βάση τη σειρά επιτυχίας, ~ όμως θα ληφθεί υπόψη και η προϋπηρεσία. || συχνά στον προφορικό λόγο στην έκφραση ναι μεν ~, για τις περιπτώσεις που ο ομιλητής γενικά συμφωνεί αλλά έχει και ορισμένες επιφυλάξεις
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη