Χάρης Βλαβιανός, Θερινό
Στης ευωχίας την άπνοια βυθισμένοι
στάζει ιδρώτας από την πλησμονή.
Στους βράχους λίγο πράσινο κομπάζει.
Η επίλαμψη στις άκρες της σελήνης
προφητείες στέλνει, επισείοντας της Ύβρι
στον αυτάρεσκο θίασο που τραγουδάει.
Ο άνεμος με το προνόμιο της αταξίας
στήνοντας της μεγαλοπρέπειας τη μηχανή
με το ξαφνικό του θέρους μωβ μας χρωματίζει.
Ρυτιδώνει τις λείες επιφάνειες
λυγίζει των οργάνων τις χορδές
κι επιβάλλει τη δική του μουσική.
Τα ρεφρέν των κυμάτων διανθίζουν τον πανικό.
Σημαίες φόβου τ' αλμυρίκια
κι οι γυμνές πλάτες μέσα στις κραυγές.
Και συνεχίζει ο άνεμος ν' αφαιρεί το περιττό.
Κόβοντας στη μέση μακρηγορίες κι επιχειρήματα
καταργεί του θιάσου τα δρώμενα
αφήνοντάς τον με την απορία της σωτηρίας.
Από τη συλλογή Στο τέρμα της πλάνης, εκδ. Καστανιώτη (2010)