αλήστου μνήμης -> unforgettable, never to be forgotten, unforgotten, memorable, late;Έχω την αίσθηση ότι είναι κάπως ειρωνική η έκφραση. Έχουμε κάτι αντίστοιχο αγγλικά;
άληστος -η -ο [álistos] E5 : αλησμόνητος, μόνο στη λόγια έκφραση ο / η / το αλήστου μνήμης, για κπ. ή για κτ. πολύ δυσάρεστο που παραμένει έντονο στη μνήμη μας: Oι αλήστου μνήμης απριλιανοί δικτάτορες. [λόγ. < αρχ. ἄληστος]
ΛΚΝ
άληστος, -ος, -ο (αρχαιοπρ.) αλησμόνητος, αξέχαστος στη ΦΡ αλήστου μνήμης: ο - Μ. Χατζιδάκις || (κ. ειρων.) η - Καθαρεύουσα ΣΥΝ. αείμνηστος, αοίδιμος
[ΕΤΥΜ μτγν. < ά- στερητ. + λήθω «ξεχνώ». Ήδη στον Ευσέβιο (4ος αι. μ.Χ ) μαρτυρείται η φρ. μνήμης άληστου τούτους ήξίωσαν.]
ΛΝΕΓ
άληστος -ος, -ον επίθ. αλησμόνητος | φρ. αλήστου μνήμης, αείμνηστος
[<μτγν. /áληστος < αρχ. /áλαστος < 'á στερητ. + λανθάνω]
ΜΕΛ
άληστος (ἄληστος, -ον)· 1. αυτός που δεν μπορεί να λησμονηθεί, αλησμόνητος, αξέχαστος· «ο αλήστου μνήμης...», ο αλησμόνητος· 2. αυτός που δεν λησμονά, δεν ξεχνάει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀ- στερητ. + λήθω -ομαι* παράλληλος τ. τού ρημ. λανθάνω -ομαι. Βλ. και ἄλαστος].
ΠΑΠΥΡΟΣ