επιτευξιμότητα -> fattibilità, attuabilità, eseguibilità, futuribilità, riuscibilità, effettuabilità
δυνατότητα επίτευξης, δυνατότητα να εφαρμοστεί, δυνατότητα υλοποίησης, επιτευξιμότητα, εφαρμοσιμότητα, εφικτότητα, κατορθωσιμότητα, σκοπιµότητα, το εφαρμόσιμο, το εφικτό, το να είναι κάτι εφικτό, το πραγματοποιήσιμο, υλοποιησιμότητα, δυνατότητα πραγματοποίησης, πρακτικότητα, τεχνική βιωσιμότητα