treeness →
δενδρότητα Πώς θα ισοδυναμούσαμε τον αγγλικό όρο treeness στα ελληνικά;
Ορισμός της έννοιας στα αγγλικά:
treeness (uncountable) = The essence of what it means to be a tree; the qualities that make a tree what it is.
(
treeness - Wiktionary, the free dictionary)
Δηλαδή η έννοια ‘treeness’ είναι ‘η ιδιότητα ενός δέντρου να είναι «δέντρο»’. Στην Ορολογία, θα λέγαμε ‘να έχει το σύνολο των χαρακτηριστικών που αποτελούν το βάθος της έννοιας «δέντρο»’.
Η παραγωγική κατάληξη που κυρίως αποδίδει την έννοια της ιδιότητας ενός ουσιαστικού ή επιθέτου είναι η αρχαιοελληνική κατάληξη «-ότης» και σημερινή «-ότητα». Ώστε: treeness → δενδρότητα
ΕΛΕΤΟ: Ορόγραμμα 181 (Ιούλιος-Αύγουστος 2023)