Όταν κρίνουμε ένα έργο, βοηθάει να γνωρίζουμε καλά το συνολικό «τοπίο», για να είμαστε αντικειμενικοί,
ακριβοδίκαιοι και, ενίοτε, επιεικείς.
Πρώτα απ’ όλα, σ’ ένα μεγάλο έργο οφείλουμε δέος για τον όγκο του. Αλλιώς όμως θα κρίνεις τον Παρθενώνα κι αλλιώς τις πυραμίδες. Διότι αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα έρθεις στη
λεπτομέρεια.
Ο (υποθετικός) τέλειος κριτής θα μπορούσε να πιάσει ένα έργο αναφοράς (μια εγκυκλοπαίδεια ή ένα λεξικό) και να πει ότι είναι κατά 97% ακριβές ή κατά 75% πλήρες (επισημαίνω ότι η έννοια της πληρότητας έχει να κάνει περισσότερο με την έννοια της ισορροπίας της ύλης).
Σεβόμαστε όλα τα λεξικά για τον όγκο της δουλειάς που περιέχουν. Στην Ελλάδα πρέπει να έχουμε και κατανόηση για τους δυσμενείς όρους υπό τους οποίους συντάσσονται και κυκλοφορούν. Πρέπει να είμαστε
ευγνώμονες για κάποια εκδοτικά εγχειρήματα (π.χ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Δρανδάκη, Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης του Δημητράκου, Πάπυρος-Larousse-Britannica, Μέγα Αγγλοελληνικόν Λεξικό Οδυσσέα), για κάποιες δουλειές που έγιναν σε βάθος χρόνου και με πολύ μεράκι (π.χ. Αντιλεξικόν Βοσταντζόγλου, Ελληνοαγγλικό λεξικό του Σταυρόπουλου), αλλά και για πιο πρόσφατα συλλογικά έργα (π.χ. Λεξικό Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, βάση ορολογίας της ΕΛΕΤΟ).
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις και στα πλείστα όσα άλλα έργα που μας φωτίζουν και φώτισαν και τους παραπάνω (μια και τίποτε δεν παράγεται εκ του μηδενός), υπάρχει
τεράστιο ποσοστό χρήσιμης και αξιόπιστης ύλης. Και ένα μικρό ποσοστό ανακριβειών, λαθών, ελλείψεων, παραλείψεων, ανεπίκαιρων όρων, αστοχιών, παρωχημένων πληροφοριών κ.λπ.
Η κριτική που κάνουμε δεν μπορεί να είναι απαξιωτική για το σύνολο ενός έργου. Αν πω ότι δεν πρέπει να ενημερωνόμαστε για τα της χημείας από τον Δρανδάκη, δεν σημαίνει ότι απαξιώνω τη σημασία του έργου για τον καιρό που εκδόθηκε, ή και για σήμερα σε όσα διαχρονικά περιέχει. Κατά το ίδιο μέτρο, δεν περιμένω να βρω σύγχρονες εκφράσεις στον Βοσταντζόγλου και τον Δημητράκο ή ορολογία γενετικής στον Οδυσσέα.
Δικαιούμαστε ωστόσο να ασκούμε ένα είδος γενικότερης κριτικής όταν ένα μεγάλο έργο χαρακτηρίζεται στο σύνολό του από κάποιες συγκεκριμένες αδυναμίες. Κανένας δεν βγήκε να πει για το λεξικό του Κριαρά ότι είναι μικρό και παλιό με απαξιωτική διάθεση. Είναι ένα αντικειμενικό σχόλιο που δεν περιορίζει σε τίποτε την αξία του έργου για τον καιρό που βγήκε και για τις προθέσεις του συντάκτη του.
Γνωρίζουμε ωστόσο τη
γενικότερη κριτική που έχει ασκηθεί στο λεξικό Μπαμπινιώτη (π.χ. ότι επιδιώκει να είναι κανονιστικό και μάλιστα με βάση τις θεωρίες μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων). Αλλά, επίσης, αυτή η κριτική δεν αρνείται το κύρος πολλών από τα σχόλια τα οποία περιέχει και συχνότατα επικαλούμαστε. Δεν είναι το όνομα Μπαμπινιώτης που δίνει το κύρος στα σχόλια, αλλά η λογική και η τεκμηρίωση που περιέχουν.
Μπορώ επίσης ευθαρσώς να πω ότι
σε κάποια δίγλωσσα λεξικά υπάρχει υψηλό ποσοστό λαθών, ελλείψεων ή αστοχιών.
Και επίσης να συμφωνήσουμε ότι πολλοί διαφωνούν ως προς το
πόσο εύστοχοι είναι πολλοί από τους όρους της ΕΛΕΤΟ. Γι’ αυτό το θέμα, μπορούμε να κάνουμε μεγάλη συζήτηση, οπότε δεν θα επεκταθώ εδώ.
Απλώς θέλω να καταλήξω σε ένα συμπέρασμα: Όλα τα βοηθήματα είναι χρήσιμα. Ας μην ξεχνάμε το Γκουγκλ και τις πηγές στις οποίες αυτό μας οδηγεί. Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις, απαιτείται διασταύρωση και γλωσσική ευαισθησία. Η εγκυρότητα μιας πληροφορίας ή μιας απόδοσης ή η ευστοχία ενός προτεινόμενου όρου κρίνονται με δεκάδες διαφορετικά κριτήρια, συχνά εντελώς προσωπικά. Και φυσικά, όσο εύστοχος κι αν είναι ένας όρος της ΕΛΕΤΟ για το διαγωνισμό της ΔΕΗ, κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να τον χρησιμοποιήσει σ’ έναν υπότιτλο.
Καθημερινά και συνεχώς στρεφόμαστε στα βοηθήματα αυτά για τις δουλειές μας.
Στο βαθμό που αμφισβητούμε κάποιο κομμάτι τους, κάνουμε πλουσιότερα και καλύτερα τα βοηθήματα που θα ακολουθήσουν. Εγώ διατηρώ το δικαίωμα να διαφωνώ με όσους υιοθετούν έναν αποτυχημένο όρο που έχει προταθεί, αλλά και με όσους πολεμούν έναν επιτυχημένο όρο. Στη γλώσσα οι μάχες δίνονται κατά περίπτωση και οι γενικεύσεις ουδόλως εξυπηρετούν.
Όσο για την εύλογη απορία της Βίκης («εμένα τον άσχετο στο τάδε θέμα ποιος θα με πληροφορήσει αξιόπιστα;»), η απάντηση είναι μία: «η κοινή γνώμη». Και προς το παρόν, ένα ψήγμα της κοινής γνώμης στη δική μας δουλειά βρίσκεται στο translatum. Ελάχιστοι είμαστε τώρα αυτοί που μπορούμε να βοηθήσουμε και βοηθάμε με τα λίγα που ξέρουμε, αλλά θα γίνουμε περισσότεροι. Ίσως οι άλλοι δεν έχουν ακούσει ότι αμειβόμαστε με σιροπιαστά γλυκά:-}
PS. 1. Α ναι. Το «τζιζ» προοριζόταν για την «ογκοψηφίδα».)
PS. 2. Προφανώς, ασπάζομαι απόλυτα την άποψη της palavra:
Πιστεύω επίσης πως ένα πρώτο βήμα είναι να γίνεται συζήτηση για όρους που δεν έχουν αποδοθεί ακόμα στα ελληνικά, έστω και σε επίπεδο φόρουμ, απαλλαγμένη όμως από αφορισμούς.