cleared payment → διεκπεραιωθείσα πληρωμή, πιστωθείσα πληρωμή, εκκαθαρισθείσα πληρωμή, εκκαθαρισμένη πληρωμή, πληρωμή που εκκαθαρίστηκε, περαιωθείσα πληρωμή, περατωθείσα πληρωμή, πληρωμή που έχει διεκπεραιωθεί, πληρωμή που έχει ολοκληρωθεί, ολοκληρωθείσα πληρωμή, επιβεβαίωση πληρωμής, επιβεβαιωθείσα πληρωμή;
spiros ·
1 · 176