flat on one's ass → με τον κώλο, ψιλοπτώμα, κατάκοπος, κατακουρασμένος, εξαντλημένος, πτώμα, πτώμα στην κούραση, πτώμα από την κούραση, ρετάλι, απένταρος, μπατίρης, αδέκαρος, άφραγκος, πανί με πανί, δεν έχει μία, δεν έχει σάλιο, δεν έχω μία, δεν έχω σάλιο

 

Search Tools